Γράφει για την Κουλτουρόσουπα.
Facebook – Instagram
Το καλοκαίρι πετάει πάνω από το κεφάλι μας σαν βόμβα. Μια πλαστική παραλία ξεκινάει από την εξώπορτα της δουλειάς και καταλήγει στη θάλασσα. Από το πιο σύντομο δρόμο λες από μέσα σου και πραγματοποιώ την ευχή σου. Η βόμβα τζογάρει αν θα σκάσει και όπου φύγει φύγει. Από τον πιο εύκολο δρόμο, στο πιο σύντομο πέρασμα, αρκεί να φύγω λες και με βλέπω κάπου στην άκρη του κάδρου να δυναμώνω τη μάλλον βαρετή μουσική που επέλεξες για το καλοκαίρι σου.
Το καλοκαίρι είναι πιο τρελό από το χειμώνα. Οι πάντες κάνουν αυτό που η κούτρα τους θα πει ας το κάνω χωρίς να τους καίγεται το παραμικρό καρφάκι. Πως μπαίνουν μερικοί μπροστά σου στα φανάρια όταν είναι να στρίψεις αριστερά; Κάπως έτσι. Καλά αυτούς τους βρίζω, όχι δεν κρατιέμαι, μη μου λες να κρατιέμαι. Και τους μουτζώνω και δε πα’ να λες ότι θες. Ναι ρε θα μουτζώσω τι θες; Θα μπω ενάντια στο νόμο, θα περάσω στην άλλη μεριά. Γίνομαι χούλιγκαν μαμά, ξεσπάω, βρίζω και μουτζώνω. Τι στο διάολο θα πει η κοινωνία. Το καλοκαίρι είναι τρελό και εγώ δεν πάω πίσω. Δεν με αφορά η κοινωνία σας.

Σκέφτομαι ότι δεν πρέπει να σκέφτομαι τόσο πολύ. Να αυτό με την κοινωνία με έβαλε σε διάφορες δαιδαλώδεις σκέψεις. Κάνω όμως τέτοιες αναλύσεις και σκέψεις για πολύ πιο απλά πράγματα, και τελικά έχω καταλάβει ότι αυτό με κουράζει. Όπως με κουράζει το κουτσομπολιό, το ακατάσχετο μπίρι μπίρι, η μίρλα, οι μονόλογοι, η απάντηση πριν τελειώσεις την τοποθέτησή σου και πολλά άλλα που δε χρειάζεται να τα αναφέρω εδώ.
Σκέφτομαι πως το καλοκαίρι θα το περάσω όπως με βολεύει και όπως βολεύομαι μέσα του. Δε θα δώσω λογαριασμό σε κανένα, θα σκεφτώ αυτό που με ευχαριστεί περισσότερο. Θα βλέπω ταινίες στο Εκράν και θα πίνω μια Φίσερ. Στο τέλος θα πηγαίνω στο Bayard για μισό ποτό, θα σκέφτομαι τις ταινίες του Οικονομίδη και μόνος θα γελάω, αν θα έχω συνοδό θα λέει τι σε έπιασε, άσε κάτι δικά μου θα λέω. Θα πηγαίνω στο χωριό και θα κάθομαι τα βράδια στη βεράντα με ένα κρύο Άπερολ, θα βλέπω το Ακατανίκητοι Εραστές και το Παρακαλώ Γυναίκες Μην Κλαίτε. Μερικά καλοκαιρινά μου βράδια ανήκουν στον Τσιώλη. Τα πρωινά ανήκουν στην θάλασσα, στην αλμύρα, στη μυρωδιά του σχίνου, και πάει λέγοντας. Και ενώ ποτέ δεν ξέρεις που θα καταλήξει αυτός που λέγοντας πάει βάζεις να ακούσεις κάτι της προκοπής. Θες αυτά τα rhythm n blues τέλη 50’s αρχές 60’s. Τα βάζεις και κατεβάζεις μια γερή γουλιά.
Είναι οι τελευταίες λέξεις πριν την βουτιά. Είναι μια χούφτα κορόμηλα. Είναι το ξημέρωμα στην παραλία. Είναι η μονοτονία του τζιτζικιού. Είναι το γεια σου τι κάνεις. Είναι ένα ταψί γεμιστά, ένα πιάτο μουσακά και τηγανητά καλαμαράκια. Χαιρετώ την παρέα. Δε θα με δεις όπως θέλω εκτός και αν σου το επιτρέψω. Σου γράφω πως όλα καλά. Εσύ εντάξει ή ακόμη;
Λέω γεια σε όλους
και φεύγω
πάντα με αφήνω να φεύγω
έτσι αλητεύω
.
-
Κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία.
..
Ακολουθήστε το Kulturosupa.gr στα social media
Φωτογραφικό υλικό